Από την εποχή της νομαδικής ζωής ως την εγκατάσταση των νομαδικών φύλων σε οργανωμένες κοινότητες, ο άνθρωπος βρέθηκε αντιμέτωπος με το πρόβλημα της εξεύρεσης των απαραιτήτων για την επιβίωσή του. Στην αρχή χρησιμοποίησε ως μέσο συναλλαγής διάφορα πλεονάζοντα αγαθά (πράξη που ονομάστηκε: αντιπραγματισμός). Όμως έτσι έπρεπε να υπάρχει πάντοτε εμπόρευμα απαραίτητο για τον άλλο. Στο επόμενο βήμα καθιερώθηκε ως κοινό μέσο συναλλαγής, κάτι που όλοι είχαν, τα βοσκήματα. Στα Ομηρικά Έπη πλούσιος χαρακτηρίζεται ο κάτοχος μεγάλου αριθμού βοοειδών, ο πολυβούτης. Σε πολλές μάλιστα περιπτώσεις, τα μεταλλικά αντικείμενα κατασκευάστηκαν με αναφορά στα βοοειδή. Για παράδειγμα τα χάλκινα όπλα του Διομήδη άξιζαν εννιά βόδια, ενώ τα χρυσά του Γλαύκου εκατό (Ιλιάδα Ζ, 234-236).
Ιλιάδα Ζ, 234-236Τότε του Γλαύκου επαρασάλεψε τα φρένα ο γιος του ΚρόνουΠου τ'άρματά του πήγε κι άλλαξε με του τρανού Διομήδη,Χρυσά με χάλκινα, εκατόβοδα μ'εννιάβοδα μονάχα.(Μετάφραση Ν. Καζαντζάκη-Ι.Θ. Κακριδή)
Με την πάροδο όμως του χρόνου ο άνθρωπος συνηδειτοποίησε την ανάγκη για ένα εύχρηστο, διαιρετό και αποθηκεύσιμο μέσο συναλλαγής. Αυτό που αναζητούσε το βρήκε στο μέταλλο, ενώ παράλληλα διαδόθηκε η χρήση του ζυγού, που έδινε στο μέταλλο καθορισμένη αξία. Το ζυγισμένο μέταλλο απέκτησε συγκεκριμένο σχήμα και έτσι επικράτησε το τάλαντο. Το τάλαντο είναι μία χάλκινη πλάκα που έχει το σχήμα δοράς βοοειδούς και πιθανόν την αξία ενός βοδιού. Στο επόμενο βήμα, ως πρόδρομος του νομίσματος χρησιμοποιήθηκε ο οβελός (οβολός), ράβδος από σίδηρο, μήκους 1 ως 1,5 μέτρο, όμοιος με τους μαγειρικούς οβελούς, τις σούβλες. Έξι οβολοί ισοδυναμούν με μία δραχμή, καθώς η χούφτα / η δράκα τόσους μπορούσε να κρατήσει.
Η γέννηση του νομίσματος
Νόμισμα ονομάζεται ένα μικρό μετταλικό δισκόμορφο αντικείμενο, που έχει κοπεί, έχει ζυγισθεί, έχει σφραγισθεί και τίθεται σε κυκλοφορία από μία δημόσια αρχή, σύμφωνα πάντοτε με το νόμο (νόμισμα-νόμος) που εγγυάται την καθορισμένη αξία του.
Το κερματόμορφο νόμισμα εφευρέθηκε στο γύρισμα του 7ου προς τον 6ο αιώνα π.Χ. από τους Έλληνες της δυτικής Μικράς Ασίας (Ιωνία και Λυδία). Ο Ηρόδοτος (Ι, 94) απέδωσε την εφεύρεση αυτή στους Λυδούς, φημισμένους και ικανούς εμπόρους. Το νόμισμα ως κύριο μέσο συναλλαγών διαδόθηκε αστραπιαία, καθώς πόλεις, έθνη, ενώσεις πόλεων ή πολιτειακών ομάδων και βασιλείς έκοψαν νoμίσματα από ποικιλία μετάλλων. Τα πρώτα νομίσματα ήταν από ήλεκτρο, φυσικό κράμα χρυσού και αργύρου, που εξαιτίας του χρώματός του, ονομαζόταν και Λευκός Χρυσός (Ηρόδοτος, Ι, 50, 2). Το ήλεκτρο βρισκόταν εν αφθονία στον ποταμό Πακτωλό (Ηρόδοτος Ι, 93, V, 101), στην Τρωάδα στην περιοχή της Βύδου (Στράβων XIII, 1,23) και στο όρος Τμώλος πάνω από τις Σάρδεις, την πρωτεύουσα του λυδικού βασιλείου. Νομίσματα από ήλεκτρο συνέχισαν να κόβονται και σε μεταγενέστερες περιόδους, κυρίως από πόλεις της Μικράς Ασίας. Τα πρώτα από ήλεκτρο νομίσματα ήταν «άτυπα», δεν έφεραν δηλαδή κανένα εικονογραφικό τύπο στην εμπρόσθια όψη τους. Μόνο ο χαρακτήρας είχε αποτυπωθεί στην πίσω όψη, σαφή απόδειξη ότι το νόμισμα είχε ζυγισθεί και είχε σφραγισθεί, επιβεβαιώνοντας τη νόμιμη κυκλοφορία του. Στο επόμενο στάδιο η εμπρόσθια πλευρά σφραγίσθηκε με ένα διακοσμητικό γεωμετρικό σχέδιο και ο απλός σβώλος ηλέκτρου απέκτησε μία πιο συγκεκριμένη μορφή.
Τα πρώτα από ήλεκτρο νομίσματα ήταν «άτυπα», δεν έφεραν δηλαδή κανένα εικονογραφικό τύπο στην εμπρόσθια όψη τους. Μόνο ο χαρακτήρας είχε αποτυπωθεί στην πίσω όψη, σαφή απόδειξη ότι το νόμισμα είχε ζυγισθεί και είχε σφραγισθεί, επιβεβαιώνοντας τη νόμιμη κυκλοφορία του. Στο επόμενο στάδιο η εμπρόσθια πλευρά σφραγίσθηκε με ένα διακοσμητικό γεωμετρικό σχέδιο και ο απλός σβώλος ηλέκτρου απέκτησε μία πιο συγκεκριμένη μορφή.
Πηγή http://www.alphanumismatics.gr/coins_construction.htm
Παρασκευή 7 Νοεμβρίου 2008
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου